Ίσως δεν υπάρχει άλλη ιδέα, ή έννοια, ή διαχρονική αντίληψη που έχει προκαλέσει διαχρονικά τόσο ατέρμονες συζητήσεις και θεωρητική ενασχόληση όσο η έννοια της Ελευθερίας.
Σε μια πρώτη προσέγγιση για της αποσαφήνιση του ορισμού της, δεν είναι εύκολο να δοθεί ένας γενικός ορισμός ώστε να περιγραφεί ικανοποιητικά ανταποκρινόμενος σε όλο το εννοιολογικό εύρος της πολυσύνθετης σημασίας στον αρχαϊκό αρχαίο κόσμο.
Πρόκειται για ένα πολυσήμαντο περιεχόμενο, που για να σκιαγραφηθεί -περιληπτικά στην ολότητά του - απαιτείται η προσφυγή σε ευρύτατα πεδία διανόησης, αλλά και παραπομπές σε συνακόλουθες κοινωνικοπολιτιστικές εκφάνσεις.
Στην περίπτωση που περιγραφεί μόνο ως ένα πλαίσιο ατομικών δικαιωμάτων, προνομίων και εξουσιών ο ορισμός αφενός θα είναι ατελής και αρκετά υποκειμενικός, άνευ ανταπόκρισης μόνο σε μια συγκεκριμένη κοινωνική ή νομική και κρατική πραγματικότητα της Ιστορίας αφήνοντας έξω ουσιαστικές ερμηνείες και αποδόσεις αυτής της έννοιας.
Η ελευθερία στην αρχαιότητα σκιαγράφονταν κάτι πολύ ανώτερο ως επίτευξη από ένα απλό πεδίο καθορισμένο από μια νομοθετική ρύθμιση, έναν κατάλογο αστικών δικαιωμάτων. Ήταν και μια υπόθεση εσωτερική, μια υγειή παρόρμηση προτύπων, κυρίως στον ομηρικό κόσμο και αναφορικά ενός πολιτιστικού πλαισίου Πόλης-κράτους. Αυτό όμως δε σημαίνει ότι η κατάταξη αυτής της έννοιας είναι καταχραστικά άμετρα ανταγωνιστική για ευτελή ζητήματα.
Από τις απαρχές της ελληνικής ιστορίας είναι δυνατόν να αντιληφθεί κανείς τον πολιτισμικό σχηματισμό και περιεχόμενο αυτής της έννοιας.
Ένας καλύτερος τρόπος για την κατανόηση είναι η αναζήτηση στις σημασιολογικές απαρχές της. Ήδη από τη μυκηναϊκή εποχή χρησιμοποιείται η έννοια της ελευθερίας, ή ακριβολογώντας ήταν ήδη σε χρήση ο όρος ελεύθερος εμπεριέχοντας κάποιες σοβαρές σημασίες πολιτικής κοινωνικής και οικονομικής χροιάς. Στις πινακίδες της Πύλου συναντάται η λέξη ( e-re-u-te-ro -a και στα δύο γένη), και πιθανότατα σημαίνει τον ‘απαλλαγμένο από φόρους’, χωρίς όμως να έχει άμεσα ‘ηθικό’ περιεχόμενο.
Η πρωιμότερη πάντως εμφάνιση της έννοιας της ελευθερίας στην αρχαιοελληνική γραμματεία εξυφαίνεται στα ομηρικά έπη.
Ο Όμηρος, έχοντας αξιοποιήσει ήδη γνωστούς μύθους κληροδότησε στον κόσμο ένα μοναδικό πνευματικό δημιούργημα, διαχρονικό σημείο αναφοράς.
Ο κόσμος των Ομηρικών επών διαπνέεται από υψηλά ιδανικά με τον πόλεμο να αποτελεί υπέρτατη πρόκληση και μοναδική ευκαιρία καταξίωσης συνυφασμένη της υστεροφημίας ενώ ίδια η φύση και ιδιότητες των θεών στα έπη δεν ήταν ξένη και διαφορετική από εκείνη των ανθρώπων, αφού εκείνοι θα είχαν όλο το φάσμα των ανθρώπινων εκδηλώσεων συμπεριλαμβανομένων παθών, ζηλοτυπιών και αδυναμιών.
Παραλλήλως σε αυτή την κοσμοθέαση για τη διαμόρφωση της έννοιας της ελευθερίας σε πολιτισμικό επίπεδο έδωσε την μέγιστη κοσμογονική επίδραση ο κόσμος των μυθολογικών ηρώων της ύστερης μινωικής εποχής εκεί που η έννοια της ελευθερίας αποκτά εξαιρετικά αλτρουιστικά και κοινωνικά πολυσύνθετα χαρακτηριστικά μέσω Ηράκλειων άθλων και μετάβασης από μια εποχή και καθεστώς στη μέση μυκηναϊκή εποχή.
Η παρουσία και διενέξεις των Λαπιθών και των κενταύρων κατά τη μέση Μυκηναϊκή περίοδο, καθώς και οι ανακατατάξεις μέχρι την ιστορική εποχή, θεωρούμε πως αποτέλεσε το σημαντικότερο μέρος διαμόρφωσης του Ελληνικού αρχαϊκού κόσμου συμπεριλαμβανόμενης της θρησκευτικής κοσμοθέασης με βάση την ηρωογονία. Η επίδραση των Ομηρικών και η μυθολογική κληρονομιά έδωσε την αναζήτηση μιας νομοτέλειας και δύναμης υπεύθυνης για τα πάντα, από τη διατύπωση του δικαίου και στο σχηματισμό της ιδέας ενός σύμπαντος δομημένου με συγκεκριμένους νόμους και αρχές που διαπνεόταν από ταυτόσημες αξίες κοινά αποδεκτές.
Μετά το πέρας των μυθικών ηρώων θα προκύψει αργότερα ένας νέος ελληνικός κόσμος γύρω στις αρχές του 8ου π.Χ. αιώνα με ένα είδος πολιτειακής οργάνωσης, η ‘πόλις-κράτος’.
Μολονότι δεν είναι απόλυτα βεβαιωμένη η απαρχή, σταδιακά καθιερώθηκε στο μεγαλύτερο τμήμα του ελληνικού κόσμου παραμένοντας η βασική, η κατεξοχήν ελληνική μορφή οργάνωσης μέχρι και τα ελληνιστικά χρόνια, οπότε και ο θεσμός θα παρακμάσει δίνοντας τη θέση του σε εκτεταμένα βασίλεια και νέες μορφές συμμαχιών απ΄αυτές των ομηρικών περιγραφών.
Χαρακτηριστικό γνώρισμα των πόλεων θα ήταν η ανεξαρτησία τους, τόσο εξωτερικά, σε σύγκριση με τις άλλες κοινότητες όσο και στην εσωτερική τους δομή. Η ανεξαρτησία αυτή θα συναπτόταν άμεσα με τις έννοιες της ελευθερίας και της αυτονομίας, με το δικαίωμα δηλαδή των πόλεων-κρατών να ζουν σύμφωνα με δικούς τους νόμους.
Οι πόλεις της αρχαϊκής εποχής δεν είχαν βέβαια αναπτύξει πλήρως τα χαρακτηριστικά και τους θεσμούς που θα διαμορφωθούν κατά την κλασική περίοδο, θα είναι όμως η εποχή κατά την οποία θα τεθούν οι βάσεις για τους νεώτερους μετασχηματισμούς.
Θα είναι η περίοδος κατά την οποία οι ειδικές οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες θα δημιουργήσουν την αξίωση για ολοένα και εναργέστερη συμμετοχή του πληθυσμού στις μορφές εξουσίας, ως απόρροια της αναβάθμισης του ρόλου των κοινωνικών τάξεων.
Η εφεύρεση του νομίσματος, η προώθηση των οικονομικών συναλλαγών και του εμπορίου, η ανάδυση μιας ισχυρής αγροτικής τάξης θα φέρουν στο προσκήνιο παράγοντες που δεν υπήρχαν στις προγενέστερες εποχές.
Η ομηρικού τύπου απόδοση της βασιλείας είχε παραμεριστεί και μετασχηματίστηκε στην αριστοκρατία έχοντας εδραιωθεί κατά την ίδρυση των πόλεων-κρατών ενώ η καθιέρωση του εθιμικού δικαίου θα αποτελέσει ένα από τα αιτήματα των δυναμικών κινήσεων, των ‘στάσεων’ κατά τον 7ο και 6ο π.χ. αιώνα, αίτημα το οποίο σε πολλές περιπτώσεις θα δικαιωθεί με την ανάθεση έκτακτων εξουσιών σε προσωπικότητες κοινής αποδοχής.
Οι ‘νομοθέται’ μορφές που σε ορισμένες περιπτώσεις βρίσκονται στο μεταίχμιο του θρύλου και της ιστορίας θα καταρτίσουν τις πρώτες ελληνικές νομοθεσίες, προχωρώντας σε ορισμένες περιπτώσεις, εκτός από την καταγραφή των νόμων, στο μετασχηματισμό του πολιτεύματος.
Σε ορισμένες περιπτώσεις η συμμετοχή στις λήψεις αποφάσεων διευρύνθηκε άλλοτε πολύ περιορισμένα μέσω της ολιγαρχίας κυρίως λόγω μέσω της οικονομικής επιρροής και ισχύος. Η συνείδηση από όλους τους Έλληνες της κοινής καταγωγής, εθίμων και γλώσσας ενισχύθηκε στην Αρχαϊκή περίοδο ενώ δημιουργήθηκε ένα αίσθημα τοπικισμού
το οποίο σχετιζόταν με την ανάπτυξη των πόλεων-κρατών και η καθιέρωση του δικαίου κατά την Αρχαϊκή περίοδο οφείλεται στη χρήση της γραφής.
Στην Αθήνα προσδιορίζονται σαφέστερα μεταξύ του 8ου και του 6ου αιώνα π.X. Ο δήμος, μια μορφή κοινωνικής συγκρότησης γνωστή από παλαιότερες εποχές, είναι ο τελευταίος που αποκτά θεσμοθετημένη υπόσταση στα τέλη του 6ου αιώνα π.X. διαφοροποιημένα από την συγκρότηση της μεσομυκηναϊκής περιόδου.
Η έννοια της ελευθερίας ήταν επακόλουθο αντικειμενικώς ή υποκειμενικώς να μετασχηματίζεται όσον αφορά την αντίληψη επ΄αυτού σε σχέση με τα προγενέστερα Ομηρικά ή πολιτιστικά-οικονομικά χαρακτηριστικά της. Η κλασική εποχή έδωσε και το ανάλογο έρεισμα στον φιλόσοφο Αριστοτέλη να ενασχοληθεί με τις εκτροπές των πολιτευμάτων.
Το γενικότερο κίνητρο των νομοθεσιών απέβλεπε στον κατευνασμό των διαφορών μεταξύ των ελεύθερων πολιτών, με την εφαρμογή ορισμένων γενικών ρητρών και αρχών μέσα στις οποίες συγκαταλέγεται και η ελευθερία σε πολιτικό επίπεδο, είτε ως ελευθερία
της βούλησης.
Η συμμετοχή του πολίτη στην άσκηση της νομοθετικής, εκτελεστικής και δικαστικής εξουσίας καθίσταται πλέον δικαίωμα στην περίπτωση των Αθηνών και με περιορισμούς στη λυκούργεια λακωνική πολιτεία.
Με τις μεταρρυθμίσεις μάλιστα του Σόλωνα, με τη λεγόμενη ‘σεισάχθεια’ θα καταργούνταν ρητά ο θεσμός του δανεισμού επί σώμασιν αυτο-ενεχυριασμού που είχε οδηγήσει πολλούς Αθηναίους στη στέρηση της προσωπικής τους ελευθερίας καθιστώντας τους δούλους.
Αυτό πάντως που φαίνεται να αποκτά ιδιαίτερη σημασία κατά το διάστημα της μορφοποίησης της πόλεως – κράτους είναι η καθολική υπεροχή του Νόμου, καθώς αυτός είναι που εξασφαλίζει τη λειτουργία των θεσμών της πόλεως ως εγγυητικά της ελευθερίας.
Ωστόσο τα πολιτικά πάθη δεν επρόκειτο να κατευναστούν ομαλά ούτε ύστερα από την τυπική καθίδρυση θεσμών που εγγυούνταν μεγαλύτερη και διευρυμένη συμμετοχή πολιτών στη λήψη αποφάσεων.
Οι μεγάλες έριδες ανάμεσα σε ισχυρές οικογένειες οι οποίες στην προσπάθειά τους να διατηρήσουν την εξουσία χρησιμοποίησαν τη λαϊκή δυσαρέσκεια ως ισχυρότατο μέσο πίεσης.
Δυσαρεστημένοι ευγενείς, παρουσιάζονταν ως αυτόκλητοι ηγέτες-σωτήρες επιδιώκοντας να εκδιώξουν τους πολιτικούς τους αντιπάλους και να αποβούν οι αδιαμφισβήτητοι κυρίαρχοι. Στην περίπτωση που αυτοί οι ηγέτες καταλάμβαναν την εξουσία συνήθως μετασχημάτιζαν το πολίτευμα σε ολιγαρχικό, ασκώντας στρατιωτικά την εξουσία με σχετική ανοχή του πληθυσμού.
Ένας από τους αρχαιότερους νομοθέτες, για τον οποίο όμως δεν είναι βέβαιο αν υπήρξε πραγματικά ή πρόκειται για μυθικό πρόσωπο, ήταν ο Λυκούργος της Σπάρτης. Η ιδιαιτερότητα της μορφής του συνδέεται με το γεγονός ότι ο ίδιος απαγόρευσε να καταγραφούν οι νόμοι που θέσπισε, αλλά ταυτόχρονα πρόβλεψε και αυστηρή τιμωρία σε όποιον επιχειρούσε να τους αλλάξει τη ρήτρα, όπως αποκαλούνταν ο νόμος στη Σπάρτη που υποδηλώνει τον προφορικό του χαρακτήρα.
Το σκεπτικό νομοθεσιών που εισήγαγε, οδήγησε την Σπάρτη στην Ευνομία. Κυρίαρχο γνώρισμα του νομοθετικού του έργου, είναι ότι δεν εισήγαγε στην πόλη πληθώρα νόμων, αλλά θεσμών, με το σκεπτικό ότι οι νόμοι είναι ευμετάβλητοι, ενώ οι θεσμοί συνιστώντας παραδόσεις, αποτελούν συνήθειες που θα καταστούν σύμφυτες και θα εδραιωθούν αιώνια.
Οι αρχαίοι Έλληνες θεωρούσαν ότι οι παλαιότεροι γραπτοί νόμοι ήταν του Ζάλευκου για τους Επιζεφύριους Λοκρούς και τους χρονολογούσαν συμβατικά γύρω στο 662 π.X.O ίδιος ο Ζάλευκος μάλιστα ισχυριζόταν ότι τους είχε παραλάβει από την Αθηνά.
Η απόδοση των νόμων σε θεία έμπνευση αποτελούσε κοινό φαινόμενο στους πρώιμους νομοθέτες που περιβάλουν το έργο τους με τον αναγκαίο σεβασμό και να εξασφαλίσουν την πιστή τήρηση του.
Κατά την ίδια περίοδο εκείνη των βραχύβιων τυραννιών και της Δημοκρατίας επρόκειτο να γίνει μια επίδραση, συμπληρώνοντας ή αμφισβητώντας τη μέχρι πρότινος απόλυτα μυθολογική αντιμετώπιση του κόσμου δίνοντας τη θέση της στην κλασική φιλοσοφία εκείνο το διάστημα με τη συνδρομή της διαυγούς προσπάθειας του ανθρώπου να ανακαλύψει την αλήθεια με πνεύμα απολύτως ελεύθερο.Το "εύδαιμον το ελεύθερον, το δ’ ελεύθερον το εύψυχον"- Θουκυδίδης.
Έτσι, μολονότι οι πρώτοι φιλόσοφοι είχαν πρωτίστως κοσμολογικά ενδιαφέροντα, είχε γίνει αισθητό ότι θα ήταν το έρεισμα - εφαλτήριο για την ενασχόληση σε όλα τα καίρια ζητήματα που θα απασχολούσαν στο εξής την Πόλη-κράτος. Σε όλους τους τομείς τον 6-5 αιώνα π.χ. ο Ελληνικός κόσμος βρίσκεται σε μια πρωτόγνωρη πολιτιστική ακμή, όσον αφορά την κοσμολογική και κοινωνική κατανόηση των πραγμάτων η οποία όμως εβρίσκονταν πάντα σε οριακή δυνατότητα διαχείρισης.
Η ελευθερία του λόγου για τους πολίτες ως μία από τις πραγματώσεις στο χώρο του ιδιωτικού και δημόσιου βίου. Βλέπε: Δημόκριτος απ. 226, βλ επίσης Ευριπίδη Ίων 670-675 και Ιππόλυτος 421-423.Εκείνο το διάστημα η ελευθερία του λόγου ήταν άμεσα συνυφασμένη με την ελευθερία της σκέψης, με την οποία έχουν συνάφεια τόσο με τα πνευματικά επιτεύγματα των Ελλήνων της κλασικής εποχής όσο όμως και με διενέξεις ή και αναίτιες διώξεις ανθρώπων της διανόησης.
Δεν πρέπει να παραλείψουμε πως η Ελευθερία ως έννοια δοκιμάζονταν συνεχώς υπό τις ιστορικές συνθήκες δεδομένης της δίωξης αρκετών μεγάλων Φιλόσοφων ακόμα και σε πολιτεύματα που τοποθετούνται ως η πολιτειακή επιτομή για την ελευθερία των πολιτών. Διογένης Λαέρτιος «Τον σοφόν μόνον ελεύθερον τους δε φαύλους δούλους»
Η περισπούδαστη αυτοχθονία των Αθηναίων ήταν αυτή που θα αναδείκνυε τις ύψιστες συσχετίσεις της ελευθερίας δια της φιλοσοφίας.
Μια πρώτης τάξεως έκφανση είναι η επίδρασή της θα αποδεικνύονταν τελικά κοσμογονική στους Έλληνες θα παρουσιάζονταν στην αρχή του 5ου αιώνα με τα Μηδικά. Η έκβαση των μηδικών καθιερώθηκε στη συνείδηση των Ελλήνων την πεποίθηση ότι η έννοια
της ελευθερίας μπορεί να γίνει κατανοητή και να αποτελέσει βιωμένη εμπειρία μόνο μέσα –σε ένα πρώτο επίπεδο- καθεστώς ‘εθνικής’ ανεξαρτησίας. Παράλληλα και ανέκαθεν η έννοια της ελευθερίας ως προς το περιεχόμενο της δοκιμάζονταν και μέσω του κινδύνου οριστικής απώλειας.
Μόνο με τους θεσμούς που είχαν αναπτυχθεί στην πόλη – κράτος η ελευθερία σε ένα πρώτο λοιπόν επίπεδο θα καταστεί κατά πρώτον ταυτόσημη με την έννοια της εθνικής ανεξαρτησίας. Η έννοια ωστόσο δεν είναι μόνο μια δέσμη προνομίων, είναι και μια εσωτερική κατάκτηση, η οποία ίσως τελικά να είναι μια εξίσου απαραίτητη προϋπόθεση προκειμένου να αποκτήσει ουσιαστικό νόημα η ύπαρξη της εξωτερικής ελευθερίας.
Έτσι, μέσα στη σχετικότητά της μπορεί να αποβεί ως η πλέον η δύναμη και ουσιαστικός μοναδικός παράγοντας που κινούν αίτιο ανάπτυξης και συγκρότησης ολόκληρου πολιτισμού, άλλοτε αναθεωρήσεων καθεστώτων μέσω αυτής της εννοιολογικής σχετικότητας και περιεχομένου που ξεπερνά τους σύγχρονους καθιερωμένους πολιτικο-ιδεολογικούς διαχωρισμούς ή συμβολικές συσχετίσεις χωρίς να καθίσταται εννοιολογικό αντικείμενο οικειοποίησης αν και οι παρεκκλίσεις από τους αρχαίους φιλόσοφους έχουν επισημανθεί.
Από την μυκηναϊκή και Ομηρική και κλασική φιλοσοφική εποχή και την έκφανση διάφορων πολιτευμάτων η ελληνική ελευθερία προϋποθέτει μια παράξενα φαινομενική αντίφαση να είναι παράλληλα κάτι το ιερό - μυθικής καταβολής - και ανθρώπινο σύμφυτο συνάμα δημιούργημα.
Αυτή η σχετικότητα του κυρίως κλασικού περιεχομένου, ως μια ευρύτατη πολιτιστική - φιλοσοφική και ιερή έννοια, κληροδότησε αντιστοίχως στον δυτικό πολιτισμό εν μέσω των μετασχηματισμών και υπό διαφορετικές περιστάσεις και προϋποθέσεις ζητημάτων την έννοια της Ελευθερίας καθώς και αγώνες για την κατάκτησή της ή την επιβεβαίωση ύπαρξης και διαφύλαξη της.
Εξάλλου οι παραδόσεις για το συγκεκριμένο θέμα και της εννοιολογικής απόδοσης χάνονται στα όρια των θρύλων και εξυφαίνονται στη συλλογική αντίληψη των μύθων και στις απαρχές της ιστορικής εποχής.
πηγές αποσπάσματα και παραπομπές
The concept of Manumission and the status of manumitted slaves
in the ancient Greek world,
Leiden-Boston 2005
Γνωμικά γενικά περί της Ελευθερίας
Ventris-Chadwick σελ 298,393 & wikipedia
Bostford Robinson, Αρχαία Ελληνική Ιστορία Αθήνα 1979.
J Romilly, Η Αρχαία Ελλάδα σε Αναζήτηση της Ελευθερίας σελ 274-276
Herbert J. Muller, Eλευθερία στον αρχαίο κόσμο, σελ 160
Wilcken Αρχαία ελληνική Ιστορία σελ 86