ANDERS BRAIVIK - 2083 - Ο ΤΟΛΜΩΝ ΝΙΚΑ


Κατά τα τελευταία πενήντα χρόνια, η Δυτική Ευρώπη αλώθηκε από την ίδια δύναμη που νωρίτερα άλωσε τη Ρωσία, την Κίνα, τη Γερμανία και την Ιταλία. Αυτή η δύναμη είναι η ιδεολογία. Εδώ, όπως και αλλού, η ιδεολογία έχει επιφέρει τεράστια καταστροφή στον παραδοσιακό πολιτισμό που ήρθε να κατακτήσει, διασπώντας τον παντού και εξοστρακίζοντας το μεγαλύτερο μέρος του. Στη θέση του ήρθε ο φόβος και η καταστροφή. Η Ρωσία θα χρειαστεί μία ή περισσότερες γενιές για να συνέλθει από τον κομουνισμό, αν ποτέ μπορέσει.

Η ιδεολογία που έχει κατακτήσει τη Δυτική Ευρώπη συνήθως φέρει το όνομα της «πολιτικής ορθότητας». Μερικοί άνθρωποι το βλέπουν ως αστείο. Δεν είναι. Είναι θανάσιμα σοβαρό. Επιδιώκει να αλλοιώσει ουσιαστικά όλους τους κανόνες, επίσημους και ανεπίσημους, που διέπουν τις σχέσεις μεταξύ λαών και θεσμών. Θέλει να αλλάξει τη συμπεριφορά, τη σκέψη, ακόμα και τις λέξεις που χρησιμοποιούμε. Και σε μεγάλο βαθμό το έχει ήδη επιτύχει. Όποιος ή ό,τι ελέγχει τη γλώσσα, ελέγχει και τη σκέψη. Ποιος τολμά σήμερα να μιλά για «δεσποινίδες»;

Τι είναι όμως «πολιτική ορθότητα»; Η πολιτική ορθότητα είναι στην πραγματικότητα ο πολιτιστικός μαρξισμός (πολιτιστικός κομμουνισμός), ο μαρξισμός μεταφρασμένος από οικονομικούς σε πολιτιστικούς όρους. Η προσπάθεια να μεταφερθεί ο μαρξισμός από την οικονομία στον πολιτισμό δεν ξεκίνησε από τη φοιτητική εξέγερση της δεκαετίας του 1960. Πηγαίνει πίσω τουλάχιστον ως τη δεκαετία του 1920 και τα συγγράμματα του Ιταλού κομουνιστή Αντόνιο Γκράμσι. Το 1923 στη Γερμανία, μια ομάδα μαρξιστών ίδρυσε ένα ινστιτούτο αφιερωμένο στην πραγματοποίηση της μετάβασης, το Ινστιτούτο Κοινωνικής Έρευνας (γνωστό αργότερα ως Σχολή της Φρανκφούρτης). Ένας από τους ιδρυτές του, ο Γκέοργκ Λούκακς, δήλωσε τον σκοπό του σαν να απαντά στην ερώτηση «ποιος θα μας σώσει από τον δυτικό πολιτισμό;» Η Σχολή της Φρανκφούρτης κέρδισε βαθιά επιρροή στα ευρωπαϊκά και αμερικανικά πανεπιστήμια, αφού πολλά από τα ηγετικά μυαλά της έφυγαν και διασκορπίστηκαν σε ολόκληρη την Ευρώπη και τις Ηνωμένες Πολιτείες τη δεκαετία του 1930 για να αποφύγουν τον εθνικοσοσιαλισμό στη Γερμανία. Στη Δυτική Ευρώπη απέκτησε επιρροή στα πανεπιστήμια από το 1945.

Η Σχολή της Φρανκφούρτης ανέμειξε τον Μαρξ με τον Φρόυντ, και μετέπειτα επιδράσεις (κάποιες φασιστικές καθώς και μαρξιστικές) προσέθεσαν τη γλωσσολογία, για τη δημιουργία της «κριτικής θεωρίας» και της «αποδόμησης». Αυτές με τη σειρά τους επηρέασαν ευρέως την εκπαιδευτική θεωρία, και μέσω ιδρυμάτων ανώτερης εκπαίδευσης γέννησαν αυτό που σήμερα αποκαλούμε «πολιτική ορθότητα». Η καταγωγή είναι ξεκάθαρη και ανάγεται στον Καρλ Μαρξ.

Οι παραλληλισμοί μεταξύ του παλιού, οικονομικού μαρξισμού και του πολιτιστικού μαρξισμού είναι προφανείς . Ο πολιτιστικός μαρξισμός ή πολιτική ορθότητα μοιράζεται με τον κλασικό μαρξισμό το όραμα μιας «αταξικής κοινωνίας», δηλαδή μιας κοινωνίας όχι απλώς ίσων ευκαιριών αλλά και ίσων συνθηκών. Καθώς αυτό το όραμα συγκρούεται με την ανθρώπινη φύση επειδή οι άνθρωποι είναι διαφορετικοί, καταλήγουν να είναι και άνισοι, ανεξαρτήτως του σημείου εκκίνησης, η κοινωνία δεν θα συμφωνήσει μαζί του εκτός κι αν εξαναγκαστεί. Έτσι, υπό και τις δύο παραλλαγές του μαρξισμού, εξαναγκάζεται. Αυτός είναι ο πρώτος κύριος παραλληλισμός μεταξύ του κλασικού και του πολιτιστικού μαρξισμού είναι και οι δύο ολοκληρωτικές ιδεολογίες. Η ολοκληρωτική φύση της πολιτικής ορθότητας μπορεί να διαπιστωθεί σε πανεπιστήμια όπου η πολιτική ορθότητα έχει αποκτήσει τον έλεγχο της σχολής: η ελευθερία του λόγου, του Τύπου και ακόμα και της σκέψης έχει αφαιρεθεί.

Ο δεύτερος μεγάλος παραλληλισμός είναι ότι τόσο ο κλασικός, οικονομικός μαρξισμός όσο και ο πολιτιστικός μαρξισμός έχουν μονοσήμαντες ερμηνείες της ιστορία . Ο κλασικός μαρξισμός υποστηρίζει ότι όλη η ιστορία καθορίστηκε από την ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής . Ο πολιτιστικός μαρξισμός ισχυρίζεται ότι η ιστορία ερμηνεύεται πλήρως από όποιες ομάδες - καθορισμένες από το φύλο, τη φυλή, τη θρησκεία και τη σεξουαλική ομαλότητα ή ανωμαλία - έχουν την εξουσία πάνω σε άλλες ομάδες.

Ο τρίτος παραλληλισμός είναι ότι και οι δύο παραλλαγές του μαρξισμού ανακηρύσσουν συγκεκριμένες ομάδες ως καλές και άλλες ως κακές εκ των προτέρων, δηλαδή χωρίς να λαμβάνουν υπόψη τους την πραγματική συμπεριφορά των ατόμων. Ο κλασικός μαρξισμός ορίζει τους εργάτες και τους αγρότες ως καλούς και τους αστούς (τη μεσαία τάξη) και τους άλλους ιδιοκτήτες του κεφαλαίου ως κακούς. Ο πολιτιστικός μαρξισμός ορίζει όλες τις μειονότητες, τις οποίες βλέπει ως θύματα, μουσουλμάνους, φεμινίστριες, ομοφυλόφιλους και κάποιες άλλες μειονοτικέ; ομάδες ως καλές, και θεωρεί τους εθνικούς Ευρωπαίους χριστιανούς κακούς. (ο πολιτιστικός μαρξισμός δεν αναγνωρίζει την ύπαρξη μη φεμινιστριών γυναικών, και ορίζει τους μουσουλμάνους, τους Ασιάτες και τους Αφρικανούς που απορρίπτουν την πολιτική ορθότητα ως κακούς, ακριβώς όπως τους αυτόχθονες χριστιανούς ή ακόμα και τους άθεους Ευρωπαίους.)

Ο τέταρτος παραλληλισμός εντοπίζεται στα μέσα: απαλλοτρίωση. Οι οικονομικοί μαρξιστές, όπου απέκτησαν δύναμη, απαλλοτρίωσαν την περιουσία της αστικής τάξης και την παρέδωσαν στο κράτος ως «εκπρόσωπο» των εργατών και των αγροτών. Οι πολιτιστικοί μαρξιστές, όταν αποκτούν δύναμη (συμπεριλαμβανομένης και της κυβέρνησής μας), επιβάλλουν ποινές στους γηγενείς Ευρωπαίους και άλλους που διαφωνούν μαζί τους και δίνουν προνόμια στις ομάδες--θύματα» τις οποίες ευνοούν. Η «θετική δράση» είναι ένα παράδειγμα.

Τέλος, και οι δύο παραλλαγές των μαρξιστών εφαρμόζουν μια μέθοδο ανάλυσης σχεδιασμένη να δείξει την ορθότητα της ιδεολογίας τους σε κάθε περίπτωση. Για τους κλασικού; μαρξιστές η ανάλυση είναι οικονομική. Για τους πολιτιστικούς μαρξιστές η ανάλυση είναι γλωσσολογική: αποδόμηση. Η αποδόμηση «αποδεικνύει» ότι κάθε κείμενο, του παρελθόντος ή του παρόντος, αποκαλύπτει την καταπίεση των μουσουλμάνων, των γυναικών, των ομοφυλοφίλων κ.λπ., διακρίνοντας αυτό το νόημα στις λέξεις του κειμένου (ανεξαρτήτως του πραγματικού νοήματός τους). Και οι δύο μέθοδοι είναι, φυσικά, κίβδηλες αναλύσεις που διαστρέφουν τα στοιχεία προκειμένου να ταιριάζουν σε προκατασκευασμένα συμπεράσματα, αλλά προσδίδουν έναν «επιστημονικό» αέρα στην ιδεολογία.

Η πολιτική ορθότητα τώρα Προβάλλει απειλητικά πάνω από τη δυτικοευρωπαϊκή κοινωνία σαν ένας κολοσσός. Έχει κυριαρχήσει και στις δύο πολιτικές πτέρυγες, την Αριστερά και τη Δεξιά. Στα αποκαλούμενα δυτικοευρωπαϊκά «συντηρητικά» κόμματα οι πραγματικά πολιτιστικά συντηρητικοί ωθούνται προς την έξοδο επειδή το να είσαι πολιτιστικά συντηρητικός συγκρούεται με την ίδια τη φύση της πολιτικής ορθότητας. Ελέγχει το πιο ισχυρό στοιχείο του πολιτισμού μας, τα Μέσα και τη βιομηχανία θεάματος. Κυριαρχεί στη δημόσια και ανώτερη εκπαίδευση: πολλές από τις πανεπιστημιουπόλεις είναι μικρές Βόρειες Κορέες. Έχει κατακτήσει ακόμα και τον ανώτερο κλήρο σε πολλές χριστιανικές Εκκλησίες. Καθένας που ανήκει στο κατεστημένο και απομακρύνεται από τις επιταγές της, γρήγορα σταματά να είναι μέλος του κατεστημένου.

Το πιο ζωτικό ερώτημα είναι: Πώς μπορούν οι Δυτικοευρωπαίοι να πολεμήσουν την πολιτική ορθότητα και να απελευθερώσουν την κοινωνία τους από τους πολιτιστικούς μαρξιστές;

Δεν είναι αρκετό απλώς να επικρίνουμε την πολιτική ορθότητα. Αντέχει αρκετή κριτική, ακόμα και ευγενικό χλευασμό. Αυτό το κάνει όχι από γνήσια ανοχή για άλλες οπτικές γωνίες, αλλά με σκοπό να αφοπλίσει τους αντιπάλους της και να μπορέσει να φαίνεται λιγότερο απειλητική απ' ότι είναι. Οι πολιτιστικοί μαρξιστές δεν έχουν ακόμα πλήρη δύναμη και είναι αρκετά έξυπνοι για να φαίνονται ολοκληρωτικοί μέχρι να βεβαιώσουν τη νίκη τους.

Ωστόσο, εκείνοι που θα μπορούσαν να νικήσουν τον πολιτιστικό μαρξισμό πρέπει να τον προκαλέσουν. Πρέπει να χρησιμοποιούν λέξεις που απαγορεύει και να αρνούνται να χρησιμοποιούν τις λέξεις που επιτάσσει' θυμηθείτε, η λέξη «φύλο» είναι καλύτερη από τη λέξη «γένος». [Σημ. στο αγγλικό κείμενο γράφει (sex is better than gender) και εννοεί ότι καλύτερα να χρησιμοποιούμε τις λέξεις (sex) ώς προσδιοτιστικά του φύλου παρά τις λέξεις (gender) ενώ σε εμάς τους Έλληνες υπάρχει η διαφρορά στην γλώσσα]. Πρέπει να φωνάζουν από τις στέγες των σπιτιών τις πραγματικότητες που προσπαθεί να αποκρύψει, όπως την αντίθεσή μας στη σαρία (ισλαμικός νόμος) σε εθνικό και τοπικό επίπεδο, τον εξισλαμισμό των χωρών μας, το γεγονός ότι βίαια εγκλήματα διαπράττονται δυσανάλογα από μουσουλμάνους και ότι τα περισσότερα περιστατικά Έιτζ είναι εκούσια, δηλαδή προκύπτουν από ανήθικες σεξουαλικές πράξεις. Πρέπει να αρνηθούν να στέλνουν τα παιδιά τους στα δημόσια σχολεία.

Πάνω απ' όλα, εκείνοι που θα μπορούσαν να νικήσουν την πολιτική ορθότητα πρέπει να συμπεριφέρονται σύμφωνα με τους παλιούς κανόνες του πολιτισμού μας, όχι με τους νέους κανόνες που θέσπισαν οι πολιτιστικοί μαρξιστές. Οι γυναίκες πρέπει να είναι σύζυγοι και νοικοκυρές, όχι αστυνομικοί ή στρατιώτες, και οι άνδρες πρέπει να ανοίγουν ακόμα την πόρτα για τις κυρίες. Τα παιδιά δεν πρέπει να γεννιούνται εκτός γάμου. Η εξιδανίκευση της ομοφυλοφιλίας πρέπει να αποφευχθεί. Οι δικαστές δεν θα πρέπει να αποδέχονται το Ισλάμ ως δικαιολογία για φόνο.

Η ανυπακοή εξαπλώνεται. Όταν οι άλλοι Δυτικοευρωπαίοι βλέπουν κάποιον να μην πειθαρχεί στην πολιτική ορθότητα και να επιζεί - και μπορείτε ακόμα, προς το παρόν -, ενθαρρύνονται. Μπαίνουν στον πειρασμό να μην πειθαρχήσουν κι αυτοί, και μερικοί το κάνουν. Τα κύματα από μία και μόνο πράξη ανυπακοής, από μία περίπτωση κάποιου που πατάει πάνω στο πήλινο είδωλο και του σπάει τη μύτη, μπορούν να φτάσουν μακριά. Δεν υπάρχει τίποτα που η πολιτική ορθότητα φοβάται περισσότερο από την ανοιχτή ανυπακοή, και ορθώς είναι το κύριο τρωτό της σημείο. Αυτό θα έπρεπε να οδηγήσει τους πολιτιστικά συντηρητικούς να «πειθαρχούν» στον πολιτιστικό μαρξισμό με κάθε ευκαιρία.

Ενώ είναι αργά, η μάχη δεν έχει κριθεί. Πολύ λίγοι Δυτικοευρωπαίοι συνειδητοποιούν ότι η πολιτική ορθότητα αποτελεί στην πραγματικότητα μαρξισμό με άλλο μανδύα. Καθώς αυτή η διαπίστωση εξαπλώνεται, η ανυπακοή θα εξαπλωθεί μαζί της. Προς το παρόν, η πολιτική ορθότητα ανθεί μασκαρεύοντας τον εαυτό της. Με την ανυπακοή και με την εκπαίδευση εκ μέρους μας (που πρέπει να είναι μέρος κάθε πράξης ανυπακοής) μπορούμε να απογυμνώσουμε το καμουφλάζ της και να αποκαλύψουμε τον μαρξισμό κάτω από την κουρτίνα της «ευαισθησίας», της «ανοχής» και της «πολυπολιτισμικότητας».

Ο τολμών νικά.

Anders Braivik